|
ο прям., перен. строитель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово строитель? — οικοδόμος как с (ново)греческого переводится слово οικοδόμος? — строитель — επέχω — ακαγος — ελλειψοειδής — υπόκεντρο — περιστέρι — κερατώδης — κατασχέτης — αποδοτέος — ανηφόρα — ξετρύπωμα — μονάζω — ρυγχωτός — ποδαγρικός — Δημήτρης — μάγγανα — σκύλαρος — νεόνυμφη — λεμονής — αντίβολο — φραγκολεβαντίνος — γεραματιάζω |
|||