|
η врачебная практика #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово врачебная практика? — γιατροσύνη как с (ново)греческого переводится слово γιατροσύνη? — врачебная практика — έγκαυμα — αφορμή — βουλιούμαι — χοντράδι — φτύκα — παραδέρνω — ολιγάριθμος — μαρσιπποφόρος — φθογγικός — μασητήρας — γιαβρούμ — εγκαθήλωμα — διαιρετέος — ηχοβόλισις — αστρύμωχτος — συνασπίζω — παντοτεινός — μεγιστάν — παιδονόμος — ανησυχαστικός — ψαλιδίζω |
|||