|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανθοκομικός? — — μουθουνητό — μερόνυχτο — εκτιμητικο — μεταβατικός — καταβοσανίζω — κοντοφάρδουλος — σταμνί — βάθρακος — διαγινώσκω — ξερολιθιά — διθάλαμος — υδάτωση — αλισβερίσι — αεραιμία — χυμευτική — αμμώδης — αδαμαντένιος — εγκυμόνηση — σοκολατένιος — σκαιότητα — ελλειμματικά |
|||