Новогреческий словарь
φαλαρίδα
φαλαρίδα
η
лысуха
(птица)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лысуха
? —
φαλαρίδα
как с
(ново)греческого
переводится слово
φαλαρίδα
? — лысуха
#
(ново)греческий словарь
—
παγούρι
—
προπομπή
—
εικόνισμα
—
δενδροβάτης
—
πάντως
—
σταθμαρχείο
—
μαγιόξυλο
—
κανοναρχώ
—
μπουρί
—
χολαγωγός
—
σαχλίτσα
—
αρτηρίδιο
—
νέα
—
ανάμιχτος
—
επιπλωμένος
—
δίσεκτος
—
νησιώτισσα
—
κοχλιωτός
—
Απρίλιος
—
πλάγια
—
ηγεμονίσκος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве