|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανανεωμένος? — — σαθρός — εκείθες — χαϊδιάρης — προδίνω — ζηλιαρόγατα — διαμαγνητικός — ετερομερής — σκάλευμα — κραταιότης — βορβορώδης — λιόκαυτο — παλιοβρώμα — γυμνοσάλιαγκος — ξεπερασμένος — φιλλανδικός — αλληλουχία — βρογχικός — σουμάδα — κουτσομπόλης — κυνορεξία — αποστραγγιστικός |
|||