|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ακίνδυνα? — — αποθηκοφύλαξ — πορτοκαλιά — φέλλιασμα — ταξιδιάρικος — σπογγώδης — καρύκι — βουτυροποιός — αυτογνώμων — φωτοσβεστικός — μονοκοπανιά — όμιλος — μιασμένος — επιξέω — εξώνηση — αεροπόρος — χονδροενδής — διάκριση — κακογράφος — μυστικότητα — επιθήλιον — πανώλης |
|||