Новогреческий словарь
καυκάσιος
καυκάσι|ος
кавказский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кавказский
? —
καυκάσιος
как с
(ново)греческого
переводится слово
καυκάσιος
? — кавказский
#
(ново)греческий словарь
—
στιχουργός
—
χειμωνανθός
—
γέρα
—
διφθερίτιδα
—
χήνειος
—
στερεοστατικός
—
προπάτωρ
—
θρυλούται
—
μεταγνώθω
—
σχόλασμα
—
λουμινάκι
—
κακόντυτος
—
αγνωμοσύνη
—
γουρούνας
—
κρεμνίζω
—
σπαστικά
—
ανταγιάντιστος
—
στρατηγικός
—
βυζάκι
—
χορτοφόρος
—
επιτελώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве