|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οικουρός? — — διημερεύω — ευθυμογράφημα — ανατολή — λεπτολογικός — μαλλινομέταξος — κουβαρντοσύνη — ισάζω — αντρώνομαι — ξεστρωμένος — πηροχειρία — κερατοειδής — λιόκαυτο — νταγιαντώ — σπερδούκλα — φιτίλι — υποσήμανση — κατουρλόκαιρος — ακαματιά — ανθοκομικός — ονειδιστικός — διηθώ |
|||