|
η натюрморт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово натюрморт? — ρωπογραφία как с (ново)греческого переводится слово ρωπογραφία? — натюрморт — αγωνιστικός — κινησιοθεραπεία — καθυστερημένα — ακερδής — δοξάρι — λευχαιμία — πατατόπιτα — προαγωγεύω — ιδιόγραφο — παραλέγω — αυτοδιδασκαλία — γεωθερμικός — αχνιάζω — γαυγίζω — ελληνορωσσικός — επισιτιστικός — δασοφυτεία — αδημονώ — έμπειρα — ψυχοφυσιολογία — αναιδής |
|||