Новогреческий словарь
μαθησιακός
μαθησιακός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μαθησιακός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αξέφευγος
—
στερέωμα
—
περιγραπτός
—
αζούπιγος
—
ονηγός
—
κλύφι
—
παντογράφος
—
άρτηκας
—
τρίπατος
—
αδιαχώρητα
—
δραστήρια
—
αποτρεπτικό
—
στρέω
—
θεοκρατικό
—
αραδίζομαι
—
θειαφί
—
αφτόπονος
—
αποστραγγιστήρας
—
γυμνάζομαι
—
συνθλίβω
—
μερεμετίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве