Новогреческий словарь
στιγμιογράφηση
στιγμιογράφηση
(-εως) η
моментальная съёмка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
моментальная съёмка
? —
στιγμιογράφηση
как с
(ново)греческого
переводится слово
στιγμιογράφηση
? — моментальная съёмка
#
(ново)греческий словарь
—
τρικινητήριος
—
ανελκυστήρας
—
δυσπεψία
—
καταλλήλως
—
ψυχολογία
—
μηρυκαστικά
—
έκκριμα
—
αγριελιά
—
συστασιάζω
—
ολιγόσιτος
—
υπερτέλειος
—
ομβρέλλα
—
ουκρανικός
—
έναρξη
—
αθυρματοποιία
—
καπνεργάτρια
—
φόρον
—
πολιτικοποιούμαι
—
ντιστενγκέ
—
αγελαίος
—
αποκαΐδι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве