Новогреческий словарь
κοινοβουλευτικός
κοινοβουλευτικός
парламентский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κοινοβουλευτικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αλεξιπτωτιστής
—
ζωοφαγία
—
εκδύω
—
ψευδαργορογραφία
—
πεθαμός
—
σκανδαλιά
—
μελιγγόνι
—
λεμφαγγείο
—
μυζήθρα
—
λόχος
—
διάχρυσος
—
παραδειγματάκι
—
υπογειάρα
—
βύσμα
—
διαλυτής
—
μεροκαματιάρης
—
βαμβακοσυλλεκτικός
—
αναριθμώ
—
αυτεπίγνωση
—
κινδυνώδης
—
στομφώδης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве