Новогреческий словарь
πολυποίκιλος
πολυποίκιλ|ος
очень разнообразный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
очень разнообразный
? —
πολυποίκιλος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολυποίκιλος
? — очень разнообразный
#
(ново)греческий словарь
—
ανταποκριτής
—
απόζυμο
—
αιχμαλωσία
—
ανοσιούργημα
—
συντελεστής
—
ορχεκτομία
—
αμπελοκαλλιεργητής
—
αιφνιδιαστικός
—
αγριότοπος
—
φακελοποιός
—
νεοαρκτικός
—
επιδοματούχος
—
πανεριά
—
συγκυβερνητικός
—
γωνιαίος
—
ελεητικός
—
Λονδρέζος
—
εκστροφή
—
θρήσκευμα
—
μετριόφρονας
—
μπανιάρω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве