|
горьковатый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово горьковатый? — υπόπικρος как с (ново)греческого переводится слово υπόπικρος? — горьковатый — βολβώδης — παρέκβαση — γλέφαρο — αποσχάζω — μπόρτζι — σχεδίαση — εντομολογικός — ψοφώδης — βουλγάρικα — ενεχυροδανειστής — οργανογένεση — παρωτίδα — παρεννόησις — ξυλοκόπος — ζαβός — οπωροφάγος — παρεφθαρμένος — κυρίαρχος — καζαμίας — φεγγαρόφωτο — γονότυπος |
|||