Новогреческий словарь
τουρκέτο
τουρκέτο
το мор.
фок-мачта
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фок-мачта
? —
τουρκέτο
как с
(ново)греческого
переводится слово
τουρκέτο
? — фок-мачта
#
(ново)греческий словарь
—
αλειά
—
πρινάρι
—
αποστραγγιστικός
—
αξονικός
—
ναυλοτιμαριθμικός
—
επιπλοκή
—
χλόασμα
—
ανισόμερος
—
ορμίζω
—
ταραχώδης
—
ιδιότυπα
—
υπερφόρτωση
—
μυσαρός
—
συντήκω
—
αμετάβολος
—
ετερος
—
εισβάλλω
—
ατείχιστος
—
εφαρμόσιμος
—
αδεκαρία
—
δαιμονίζομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве