Новогреческий словарь
πολωσίμετρο
πολωσίμετρο
το физ.
поляриметр
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
поляриметр
? —
πολωσίμετρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολωσίμετρο
? — поляриметр
#
(ново)греческий словарь
—
ανεφάρμοστος
—
αναισθητώ
—
θαμπωτικός
—
κλαυθμηρός
—
τέλειωμα
—
βαθμολογία
—
εγκλείω
—
λιανοτράγούδο
—
διαβολεμένος
—
αρχιγονία
—
μονάκριβος
—
αγνάντεμα
—
ξομολόγηση
—
γυμνασμένος
—
σχοίνο
—
τελεσίγραφο
—
αχερόλασπη
—
συμβατότητα
—
μεγαληγορώ
—
φυλάκισμα
—
αστικοποίηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве