Новогреческий словарь
μετρονόμος
μετρονόμ|ος
ο
метроном
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
метроном
? —
μετρονόμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
μετρονόμος
? — метроном
#
(ново)греческий словарь
—
εντροπαλός
—
στίλβω
—
διαδοσίας
—
αιματοποίησις
—
θωρακίτης
—
ξυστρίζω
—
λογιώτατος
—
δαυλίδα
—
ωχριώ
—
αδολέσχης
—
κηρομπογιά
—
αναγκερός
—
δείνας
—
διαλεκτολογία
—
στοματάς
—
ανοιχτόκαρδα
—
βροχονέρι
—
τρενάρω
—
τεκνοκτονία
—
κεραμιδαρειό
—
ακατάστρωτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве