Новогреческий словарь
ισχιαδικός
ισχιαδικός
страдающий ишиасом
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
страдающий ишиасом
? —
ισχιαδικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ισχιαδικός
? — страдающий ишиасом
#
(ново)греческий словарь
—
ερημότοπος
—
αρπιστής
—
ανεπαύξητος
—
διαλυστήρι
—
ξετρέλλαμα
—
νηματώδεις
—
παλαιοημερολογίτης
—
ζυμεγέρτης
—
αντισκωριακός
—
ακολασία
—
απολάω
—
διανεμήτρια
—
δαγκανιάρης
—
φραγκολεβαντίνος
—
κοπάδι
—
μυοκαρδίτιδα
—
Νεαρά
—
μελιτοεξαγωγή
—
σπίζα
—
γρεναδίνη
—
πολυτεχνισμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве