|
η шпилька, заколка (головная) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шпилька? — φουρκέττα как на (ново)греческом будет слово заколка? — φουρκέττα как с (ново)греческого переводится слово φουρκέττα? — шпилька, заколка — εργοδότρια — όδευση — δάρθηκα — ωχροκύανος — κοπιάω — σήκωμα — αταίριαστος — Αρτεσία — επουράνιος — κορδώνω — ανισομετρωπία — πιγκώνω — ναρκισσιστής — ξελάκκωμα — απειρομεγέθως — εγκλείστως — παρωκεάνειος — καρσί — αθερίνος — αραξοβόλι — πρωταυγουστιά |
|||