|
το паркет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово паркет? — παρκέ как с (ново)греческого переводится слово παρκέ? — паркет — κανναβάτσο — λωποδύταρος — απότριψη — ξόδιασμα — υγιός — ανηρέθην — γιορτερός — εγκατάστατος — δαμαλισμός — γαλαθηνός — ημιμαθής — ασημωτός — θύμηση — κρεολή — ύφανση — αποσταφιδιάζω — αναρμόνιος — ρίγος — πρώρα — φαλαινίς — ζαλίκα |
|||