|
грязь, слякоть; шуга (?) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово грязь? — βουρκόνερο как на (ново)греческом будет слово слякоть? — βουρκόνερο как на (ново)греческом будет слово шуга? — βουρκόνερο как с (ново)греческого переводится слово βουρκόνερο? — грязь, слякоть, шуга — εμμετρωπία — ασιαχτος — ορεξάτος — αλαζονικότητα — ευρυμαθής — θρασύς — καταδικαστέος — περίληψη — απονηρεψιά — ραμφισμός — μπομπόνι — λογιωτατίζω — συνεχώς — μύλος — οβιδοφόριο — λίπασμα — ραδιοτηλεγραφικός — εδωδιμοπωλείο — πασσάλωσις — ιδεαλίστρια — φροξυλιά |
|||