|
ο фонарный столб #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фонарный столб? — φανοφόρος как с (ново)греческого переводится слово φανοφόρος? — фонарный столб — καύση — ψαλμωδία — ασύδοτος — ζημιαρόγατα — ειδοποίηση — κιναιδισμός — αναμαλάζω — λιανός — φουρούσι — ακρώμιον — ελασματοβράγχια — δραματοποιώ — γανωτής — άμετρος — ανθολογικός — ματζάνα — λεπτουργική — όργος — φλάμπουρο — θελξικάρδιος — ξαντικός |
|||