Новогреческий словарь
δασκάλισσα
δασκάλισσα
η
учительница, преподавательница
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
учительница
? —
δασκάλισσα
как на
(ново)греческом
будет слово
преподавательница
? —
δασκάλισσα
как с
(ново)греческого
переводится слово
δασκάλισσα
? — учительница, преподавательница
#
(ново)греческий словарь
—
αγκάθι
—
λαρυγγόφωνα
—
αριάδα
—
ακομμάτιστος
—
ταριχευτής
—
κατάχρηση
—
δεκαεννεαετία
—
λεηλατημένος
—
συγκράτηση
—
ατρίχωτος
—
προεξόφληση
—
ηλιαστήριο
—
σπερματοκύτταρο
—
οκταπλάσιος
—
μαλλάκι
—
ανέμισμός
—
σκηνοθέτης
—
αλαζονεία
—
ρεμούλα
—
ανασκουμποχέρης
—
τύφλαμάρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве