Новогреческий словарь
μονοτυπικός
μονοτυπικός
монотипный
;
~ή μηχανή — монотип
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
монотипный
? —
μονοτυπικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονοτυπικός
? — монотипный
#
(ново)греческий словарь
—
αποχαιρετιστήρια
—
αργόν
—
χιονόμπαλα
—
πιοτό
—
ευρωτίαση
—
ψευδανθρακικός
—
εξαγριούμαι
—
κουμαρτζής
—
φλόκκιασμα
—
αχλωροφυλλία
—
μεταξόσπορος
—
υπερεγώ
—
ανακατάκτηση
—
δίπολος
—
υπεραγωγιμότητα
—
αναγουλιαστικά
—
αλληλοσκοτώνομαι
—
διαφορετικός
—
οκνηρία
—
μαδαρός
—
εισπλέω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве