Новогреческий словарь
φαινακετίνη
φαινακετίνη
η фарм.
фенацетин
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фенацетин
? —
φαινακετίνη
как с
(ново)греческого
переводится слово
φαινακετίνη
? — фенацетин
#
(ново)греческий словарь
—
υπεραναμονή
—
έγκαιρα
—
ψήφιση
—
διαλεκτός
—
υπερπλήρωση
—
υπερψηφίζω
—
γελαστής
—
περιστέλλομαι
—
γρανάζι
—
τσακάω
—
παραχαϊδεμένος
—
βαρύφωνος
—
οξειδοαναγωγή
—
ονομασία
—
ζυθοζύμη
—
τρίστηλος
—
ακριδόπληκτος
—
παραφορτώνω
—
κακοπερνάω
—
ελικοπτεροφόρος
—
συγχωρεμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве