Новогреческий словарь
επιχειρησιακός
επιχειρησιακός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιχειρησιακός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ενδεκάκις
—
φορατζής
—
αρβανιτόπουλο
—
μπουλαμάς
—
αναστέναγμα
—
ευελιξία
—
κατάσκιος
—
κόπια
—
βούλα
—
αντιδημοκρατικός
—
χνουδάκι
—
αμερικανισμός
—
υπερτίμημα
—
ραβίνος
—
ενισχυτής
—
διοικών
—
απλάνευτος
—
διάχρυσος
—
αρτοβιομηχανία
—
εβδομάς
—
σχοινόπλεκτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве