Новогреческий словарь
κορνέττο
κορνέττο
το муз.
корнет
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
корнет
? —
κορνέττο
как с
(ново)греческого
переводится слово
κορνέττο
? — корнет
#
(ново)греческий словарь
—
εξηνταριά
—
ντιλετταντισμός
—
ραγκού
—
σαλιαρίζω
—
συνθήκη
—
αποδοκιμαστέος
—
συμφυρματικός
—
επικυρίαρχος
—
αντιπυροβολώ
—
αποκάλυψη
—
συμβολική
—
πατάκα
—
ταχταρίζω
—
στάχυασμα
—
εκπρόθεσμα
—
ατρύπωτος
—
παλλακίδα
—
κάμαρα
—
αναδιαπλάθω
—
ανυπόταχτος
—
αλαργεμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве