Новогреческий словарь
ακαλαπόδιαστος
ακαλαπόδιαστ|ος
не надетый на колодку
(об обуви)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
не надетый на колодку
? —
ακαλαπόδιαστος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακαλαπόδιαστος
? — не надетый на колодку
#
(ново)греческий словарь
—
αντικούτικας
—
ακτίδα
—
βιλίτσα
—
ερυθροβαφής
—
αξούρηγος
—
δοκανίκι
—
αλαλούκης
—
ονομασιολογία
—
ανάγλυφα
—
δίστιχο
—
ρεζουμέ
—
παγκόσμιος
—
αμετάστροφος
—
δάνειο
—
εφεύρημα
—
ψευδαργορογραφία
—
πεντάδραχμο
—
αναπεταρίζω
—
κανοναρχίζω
—
εξομάλιση
—
ηγέτης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве