Новогреческий словарь
μονογραφία
μονογραφία
η
монография
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
монография
? —
μονογραφία
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονογραφία
? — монография
#
(ново)греческий словарь
—
απρόοπτος
—
παρατηρητής
—
ευφωνικός
—
ντεφορμέ
—
αιφνίδια
—
φορτωτικά
—
φωτοτσιγκογραφία
—
λησταντάρτης
—
ημεδαπός
—
ορυμαγδός
—
ξομολογάω
—
αρθρογράφος
—
ρίξιμο
—
φαλμπαλάς
—
παρηγορίητής
—
σκαντάλι
—
ματσαράγκας
—
διαμαντένιος
—
νομισματοσυλλέκτης
—
διδάκτωρ
—
κέρδος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве