|
заново, снова; сначала #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово заново? — αποκαινουργίς как на (ново)греческом будет слово снова? — αποκαινουργίς как на (ново)греческом будет слово сначала? — αποκαινουργίς как с (ново)греческого переводится слово αποκαινουργίς? — заново, снова, сначала — ουρανόσταλτος — γεράδα — γυναικοθηρεία — μεταμοσχεύω — σκερτσάρω — ακρόβαθρο — φάλαγγα — εκφυλιστικά — αλωνιστικός — ευχαριστήριος — σγουρόμαλλος — ηλεκτροφωταύγεια — ενδύομαι — σκάκκι — καπινός — μοσχαρήσιος — μουσαμάς — μικροχημικός — εξακουσμένος — σταίνω — σημερνός |
|||