Новогреческий словарь
αδελφάτο
αδελφάτο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αδελφάτο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εφθάρην
—
δαρβινισμός
—
αφεντομουτσουνάρα
—
σκευωρία
—
αλωπεκία
—
φαρμακεμπορείο
—
περιηγητήτρια
—
φαυλοκράτης
—
κνίζω
—
μονοθεϊστικός
—
υπουρίδα
—
ενέλιξη
—
καριόλα
—
πειναλέος
—
μηχανή
—
εξώνω
—
φοιτητριούλα
—
ανταπεργία
—
λάκκωμα
—
αυτοδηλητηριάζομαι
—
ανάστηθος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве