|
четвертной; четырёхкратный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово четвертной? — τετραπλούς как на (ново)греческом будет слово четырёхкратный? — τετραπλούς как с (ново)греческого переводится слово τετραπλούς? — четвертной, четырёхкратный — γλυκοσάλιασμα — τέντζερες — μελάνωση — βρωμώ — ηχοβόλισις — δυσφήμιση — ντεπόζιτο — αφροκοπώ — γόμαρος — σπιθοβολή — διειδής — ανασκολόπισμα — διαστίζω — εγκαίρως — σπαλέτα — επεξεργαστής — στεριά — συνδιαλλάσσομαι — δωδεκαπλος — πελεκισμός — δεκατιανός |
|||