|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γρανίτινος? — — αζύγιστος — θανατικό — ξερογλείφομαι — λεμβούργός — λήπτης — ετοιμολογία — υδαρής — καυσιμότης — ημιαυτόματος — ενηλικότης — φωτομετρία — κλυστήρας — ξάνθισμα — ρεμπεσκές — κωλοεφημερίδα — ασυμμάζευτος — κάτοχος — μυθιστοριογραφία — οδοιπορικά — δωδεκαήμερο — φρονηματίζω |
|||