|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μητροσκόπιο? — — ενεχυροδανειστήριο — βοσκότοπος — απαγγέλνω — ιερομηνία — βαραίνω — αυξαίνω — πόρνη — παρμός — φούμισμα — υπνωτίζω — ξόανο — αφλόγιστος — μάρκαλος — σαπισμένος — φτυαρίζω — μέταλλο — φλυτζάνι — καβλιτζέκι — παράβυστον — απέσω — ποταμοφράκτης |
|||