|
имеющий форму дельты #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово имеющий форму дельты? — δελτοειδής как с (ново)греческого переводится слово δελτοειδής? — имеющий форму дельты — απόσταμα — ασφυκτιώ — δωροδοκώ — βρόντος — λαήνα — σαπιολέμονο — τουφεκισμός — ξακόσια — ηλεκτροθεραπεία — άλγος — μουσικοσυνθέτης — γαλήνη — κατευθυνόμενος — βανίλλια — προσποιούμενη — προεδρικός — συρματόβεργα — ξέθαμός — εμβροχή — κελαρύζω — ευλογιά |
|||