|
η сноха #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сноха? — νυφοθυγατέρα как с (ново)греческого переводится слово νυφοθυγατέρα? — сноха — συνουσία — στρόφιγγα — ανοσοποιώ — γκελμπερή — μούσκουλη — θεματολόγιο — εξάεδρος — νομική — τρατάρω — απροβίβαστος — κνημιαίος — ατμήλατος — ασυγνέφιαστος — τύρφη — γαργαλεύω — ματοκυλισμένος — ψαράδικος — αποστολέας — διάχυτος — διευκρινώ — οξύ |
|||