|
το беднота, бедный люд #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово беднота? — φτωχολόϊ как на (ново)греческом будет слово бедный люд? — φτωχολόϊ как с (ново)греческого переводится слово φτωχολόϊ? — беднота, бедный люд — αφοβέριγος — ανενδεής — αλευροπολτός — ξεκάρφωτος — κοσμοχαλασμός — γηροκόμια — απασσάλειφτος — πατννάρω — βουκεφάλης — δραχτύλι — εντολοδόχος — ψαροφαγία — Γεροντία — θεοφώτιστος — πυραυλοφόρο — αποστέλνω — λωτοειδής — ξυλάνθρακας — υποδιδάσκαλος — διάμασχα — επιτυγχάνω |
|||