Новогреческий словарь
επιμελητηριακός
επιμελητηριακός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιμελητηριακός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ελπιδοφόρος
—
αντεπερωτώ
—
λησμονημένος
—
τυποποίηση
—
πυράγρα
—
κρυσταλλογραφικός
—
διάτηξις
—
πολυμέρεια
—
παρανοϊκός
—
ανεπαισθήτως
—
βαρογράφος
—
φιλελευθερία
—
ανημπόρια
—
περισυναγωγή
—
προσκτώμαι
—
σήκωμα
—
αποθέρισμα
—
φύλλιασμα
—
παραλογιστικός
—
υπέρξηρος
—
τόκα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве