Новогреческий словарь
πολυακόρεστος
πολυακόρεστος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολυακόρεστος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αγουστέλα
—
αυτοσυντήρητος
—
ενδοτικός
—
εκλεύκανση
—
σπασμωδία
—
άοικος
—
κρεματόριο
—
τραγωδός
—
μαραγκοσύνη
—
σκαλέτα
—
ματεριαλιστικός
—
χειρούργηση
—
φυντάνι
—
διάρροια
—
αζαλίκωτος
—
αιγόδερμα
—
ξανακινώ
—
αγριοφωνάρα
—
αγωγή
—
σαβούρρα
—
ισοδύναμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве