Новогреческий словарь
εξοπλισμένος
εξοπλισμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξοπλισμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αφλέβιαστος
—
στενόστομος
—
ερατεινός
—
ξηλώνομαι
—
υδατώ
—
λιγδερός
—
ξυλόφουρνος
—
καλυβόσπιτο
—
οζοντίζω
—
παράχωμα
—
γελαδοβοσκός
—
ματσάκι
—
τριβελλίζω
—
λεττονικά
—
υποσημείωση
—
συναθροίζω
—
μπαίνω
—
ισόψηφος
—
χιλιογαμημένος
—
εξαπλούς
—
συγκεντρωτικώς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве