Новогреческий словарь





Α    Β    Γ    Δ    Ε    Ζ    Η    Θ    Ι    Κ    Λ    Μ    Ν    Ξ    Ο    Π    Ρ    Σ    Τ    Υ    Φ    Χ    Ψ    Ω
категории словаря: фрукты занятие, профессия

λ / 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 32 33 34 35 36 37 38 39 40 41 42 43 44 45 46 47 48 49 50 51 52 53 54 55 56 57 58 59 60 61 62 63 64 65 66 67 68 69 70 71 72 73 74 75 76

λαθρομετανάστης


λαθρόχειρας


λαϊκότροπος


λαϊκάντζα


λαϊκή


λαϊκίζω


λαϊκισμός


λαϊκιστής


λαϊκίστρια


λαϊκιστικός


λαϊκούρα


λαίμαργα


λαιμόκοψη


λαιμουδιά


λακκιασμένος


λακουβίτσα


λαξ


λακωνίζειν


λαλώ


λαλίστατος


λαμνοκόπι


λαμνοκόπος


λαμπάκι


λαμπίτσα


λαμπαδάριος


λαμπαδηδρόμος


λάξεμα