Новогреческий словарь





Α    Β    Γ    Δ    Ε    Ζ    Η    Θ    Ι    Κ    Λ    Μ    Ν    Ξ    Ο    Π    Ρ    Σ    Τ    Υ    Φ    Χ    Ψ    Ω
категории словаря: фрукты занятие, профессия

ο / 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 32 33 34 35 36 37 38 39 40 41 42 43 44 45 46 47 48 49 50 51 52 53 54 55 56 57 58 59 60 61 62 63 64 65 66 67 68 69

οπίσθια


οξύμωρος


οπισθόδομος


οβελίζω


οβελιστέος


ορκοπάτης


ομοιόπτωτος


ομόζυγος


ολοήμερος


οχταήμερος


οικειοθελώς


οργισμένος


οπορτουνισμός


ολοπράσινος


οικήσιμος


οπωροκηπευτικά


ορνιθοκλέφτης


ολόκοντα


οξαλίδι


οργανέτο


ολιγοσαρκία


ολιγόσιτος


οφθαλμόλουτρο


οστεομυελίτιδα


οργανωμένος


οβελιαίος


οβελισμός





латышский словарь, литовский словарь, шведско-русский словарь,