Новогреческий словарь





Α    Β    Γ    Δ    Ε    Ζ    Η    Θ    Ι    Κ    Λ    Μ    Ν    Ξ    Ο    Π    Ρ    Σ    Τ    Υ    Φ    Χ    Ψ    Ω
категории словаря: фрукты занятие, профессия

ο / 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 32 33 34 35 36 37 38 39 40 41 42 43 44 45 46 47 48 49 50 51 52 53 54 55 56 57 58 59 60 61 62 63 64 65 66 67 68 69

ουσιαστικά


ουσιαστικώς


ουτοπικά


Ουτοπία


οφειλέσιο


οφθαλμοπορνεία


οφθαλμοφανώς


οφιολάτρης


οφιολατρία


οψάργας


οψαργάς


ομορφόπαιδο


ομαλοποιούμαι


ομοιογενοποιούμαι


ομογενοποιούμαι


ονοματοποιούμαι


ουσιαστικοποιούμαι


οικοπεδοποιούμαι


Ουρανούπολη


ομοιοπολικός


οκέλα


ολοπόρφυρος


ολιγοπώλιο


ονομασιολογία


όα


όη


ούβα





латышский словарь, литовский словарь, шведско-русский словарь,