|
το куница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово куница? — κουνάδι как с (ново)греческого переводится слово κουνάδι? — куница — μπολσεβίκα — ομολογήσιμος — αρχαιοφύλακας — εναρκτήριος — ντοματάκι — ρεγουλάρω — μικροτεχνική — προσελκύω — αποβαίνω — αιτίαση — λιγυρότης — λυράκι — παπλωματού — τερέτισμα — δισεγγόνη — πολυχρονάω — ορφανεύω — ηλεκτροκίνητος — αποκολλώ — ανακατάκτηση — αγγίζω |
|||