|
η кривая (линия) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кривая? — καμπύλη как с (ново)греческого переводится слово καμπύλη? — кривая — λιγουριάζω — καντάτα — μπόρσα — εξωμερίτης — νικοτίνη — εμπορείο — ψυχοχειρουργική — σκολόπενδρα — κάλπικος — αυτόπονος — γήτευμα — αργυρούχος — ευεργετώ — έμφυλλος — πήλινος — σουρωτός — γλυκοτραγουδιέμαι — παραδεισένιος — δευτερωμένος — ανατροφέας — αποσελλώνω |
|||