|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καρουλιάστρα? — — επιδιορθωτής — καταπέφτω — ολοκλήρωση — μανίτσα — κουμπάρα — άχροια — τελετουργία — χάψη — σκαπτικός — ντόμπρα — ανεμοδουλειά — μώψ — καταφερτζού — μεζεκλίδικος — βοϊδομμάτισσα — εκτονος — φλαμπουριάρης — χνούς — φανερωμένος — δεντροφίδα — περιγέλιο |
|||