Новогреческий словарь
ακτινικός
ακτινικός
лучевой
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лучевой
? —
ακτινικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακτινικός
? — лучевой
#
(ново)греческий словарь
—
κληρικισμός
—
προκληροδοτώ
—
λιμενιάζω
—
βρεχούμενος
—
απορρουφώ
—
αρχιτεκτονική
—
σιμούν
—
περεχύνω
—
ποδοκομία
—
πρόχειρος
—
λυσσιάζω
—
ανυντριά
—
κελαρυστός
—
ευδιάκριτος
—
υπομάσχαλος
—
ορθόστητος
—
άσφιγκτος
—
κουρεματάκι
—
πρεσβεύω
—
ολοκληρωματικός
—
σάκχαρις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве