|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καραπουτσακλάρα? — — ίγκλα — απλήγωτος — δικλίδα — σπέρδουκλι — ευθυμολογώ — ζωή — ολιγότεκνος — αναστηθείς — διευθετήσιμος — ασφαλτούχος — ραίνω — τρουβάς — λαδερό — αγγειακός — αδιαχώρητα — πασχίζω — αβέρτος — μεταναστευτικός — βρυόφυτα — τραγίλα — αποκατασταλάζω |
|||