|
η грам. звательный падеж #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово звательный падеж? — κλητική как с (ново)греческого переводится слово κλητική? — звательный падеж — αδιέγερτος — παλαντσάρω — υδροβιολογικός — μονάρχιδος — άχρηστος — βενζινάκατος — προφασίζομαι — μεγαλοφυής — μουγιόχορτο — ασυνάντητος — επιγραφή — κολτούκι — γυφτοκάλυβο — ταπεινωτικά — αποκόβω — ζαβιά — τσιλημπουρδίζω — υπολογισμός — υποδιάπλαση — παρασούσουμος — καμινιάζω |
|||