|
η лит. метрика #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово метрика? — μετρική как с (ново)греческого переводится слово μετρική? — метрика — αστρονομικώς — ξερόγελα — τροχοπεδητής — ξαναφούντωμα — σλαυολόγος — πανηγύρι — ενδυμασία — κηδεμονεύω — συνιστώσα — αναχρονίζω — μάζα — μπουζουκτσής — απότιστος — οδόμετρο — αγαθότητα — καλαντίστρια — γουρουνομύτισσα — ανεστιότης — διάτα — χαμηλοφώνως — ζαχαρόπηκτος |
|||